• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
double take,
also UK: double-take
n
(surprised response)δεύτερη ματιά επίθ + ουσ θηλ
  απορημένη ματιά επίθ + ουσ θηλ
  απορημένο βλέμμα επίθ + ουσ ουδ
  (πιο γενικά)το ότι δεν πιστεύω στα μάτια μου έκφρ
 Dan thought no one noticed his double take when the eccentrically dressed man passed him in the street, but I did.
 Ο Νταν πίστευε ότι κανείς δεν πρόσεξε την απορημένη ματιά του όταν πέρασε δίπλα το ένας εκκεντρικά ντυμένος άντρας, αλλά εγώ την είδα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
do a double take,
also UK: do a double-take
v expr
(look surprised)εκπλήσσομαι, ξαφνιάζομαι ρ αμ
  (καθομιλουμένη, μεταφορικά)μένω με το στόμα ανοιχτό έκφρ
 I did a double take when I saw Richard; he looks completely different without a beard!
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση double take στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «double take».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!